αυτοκινητάκι
[aftokjiniˈtakji]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Spielzeugautoουδέτερο | Neutrum, sächlich nαυτοκινητάκι παιχνίδιαυτοκινητάκι παιχνίδι
- Kleinwagenαρσενικό | Maskulinum, männlich mαυτοκινητάκι μικρό αυτοκίνητοαυτοκινητάκι μικρό αυτοκίνητο