αρχισυντάκτης
[arçisinˈdaktis]αρσενικό | Maskulinum, männlich m, αρχισυντάκτρια [arçisinˈdaktria]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Chefredakteurαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fαρχισυντάκτηςαρχισυντάκτης