„αρραβωνιάζομαι“: μεσοπαθητικό ρήμα αρραβωνιάζομαι [aravoˈɲazome]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) sich verloben sich verloben (με mit) αρραβωνιάζομαι αρραβωνιάζομαι