αραδιάζω
[araˈðjazo]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/tOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- aufreihenαραδιάζωαραδιάζω
- aufzählenαραδιάζωαραδιάζω
- auftischenαραδιάζω ψέματααραδιάζω ψέματα