„απόβραδο“: ουδέτερο απόβραδο [aˈpovraðo]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Spätnachmittag Spätnachmittagαρσενικό | Maskulinum, männlich m απόβραδο απόβραδο