„αποτελούμαι“: μεσοπαθητικό ρήμα αποτελούμαι [apoteˈlume]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) bestehen, sich zusammensetzen bestehen, sich zusammensetzen (από aus) αποτελούμαι αποτελούμαι