„απονεκρώνομαι“: αποθετικό ρήμα απονεκρώνομαι [aponeˈkronome]αποθετικό ρήμα | Deponens dep Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) absterben absterben απονεκρώνομαι απονεκρώνομαι