„απομνημονεύω“: μεταβατικό ρήμα απομνημονεύω [apomnimoˈnevo]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) auswendig lernen auswendig lernen απομνημονεύω απομνημονεύω