αποκατάσταση
[apokaˈtastasi]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Wiederherstellungθηλυκό | Femininum, weiblich fαποκατάστασηαποκατάσταση
- Wiedergutmachungθηλυκό | Femininum, weiblich fαποκατάσταση ζημιάςαποκατάσταση ζημιάς
- Rehabilitierungθηλυκό | Femininum, weiblich fαποκατάσταση πολιτική | Politikπολιτ ιατρική | Medizinιατραποκατάσταση πολιτική | Politikπολιτ ιατρική | Medizinιατρ
examples
- αποκατάσταση σύνδεσης τηλεφωνία, τηλεπικοινωνία | Telefon, Telekommunikationτηλεφ ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υVerbindungsaufbauαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- αποκατάσταση της αλήθειαςWahrheitsfindungθηλυκό | Femininum, weiblich f