„αξιώνω“: μεταβατικό ρήμα αξιώνω [aksiˈono]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) fordern (an)fordern αξιώνω αξιώνω examples αξιώνω την επιστροφή zurückverlangen αξιώνω την επιστροφή