αντιπροσωπία
[andiprosoˈpia]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Vertretungθηλυκό | Femininum, weiblich fαντιπροσωπίααντιπροσωπία
examples
- αντιπροσωπία εξωτερικούausländische Vertretungθηλυκό | Femininum, weiblich fAuslandsvertretungθηλυκό | Femininum, weiblich f
- αντιπροσωπία προσωπικούPersonalvertretungθηλυκό | Femininum, weiblich f
- αντιπροσωπία του λαούVolksvertretungθηλυκό | Femininum, weiblich f