αντιβασιλικός
[andivasiliˈkos], αντιβασιλική, αντιβασιλικόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- antimonarchistischαντιβασιλικόςαντιβασιλικός
Thank you for your feedback!