„αντεκδικούμαι“: μεσοπαθητικό ρήμα αντεκδικούμαι [andekðiˈkume]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) sich revanchieren sich revanchieren αντεκδικούμαι αντεκδικούμαι