ανταπόδοση
[andaˈpoðosi]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Vergeltungθηλυκό | Femininum, weiblich fανταπόδοσηανταπόδοση
- Erwiderungθηλυκό | Femininum, weiblich fανταπόδοσηανταπόδοση