„ανταπάντηση“: θηλυκό ανταπάντηση [andaˈpandisi]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Rückantwort Rückantwortθηλυκό | Femininum, weiblich f ανταπάντηση ανταπάντηση