αντανακλώ
[andanaˈklo]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t <-άς>Overview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- widerspiegeln, reflektierenαντανακλώαντανακλώ
- zurückwerfenαντανακλώ ήχος, ακτίνεςαντανακλώ ήχος, ακτίνες