Greek-German translation for "αναστεναγμός"
"αναστεναγμός" German translation
βαθύς αναστεναγμόςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Stoßseufzerαρσενικό | Maskulinum, männlich m
βαθύς αναστεναγμόςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Thank you for your feedback!