αναλύτρια
[anaˈlitria]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Analytikerinθηλυκό | Femininum, weiblich fαναλύτριααναλύτρια
examples
- αναλύτρια επενδύσεων οικονομία | WirtschaftοικονAnalystinθηλυκό | Femininum, weiblich f
- αναλύτρια συστήματοςSystemanalytikerinθηλυκό | Femininum, weiblich f