„αλατόνερο“: ουδέτερο αλατόνερο [alaˈtonero]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Salzwasser Salzwasserουδέτερο | Neutrum, sächlich n αλατόνερο αλατόνερο