„αβαρία“: θηλυκό αβαρία [avaˈria]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Seeschaden Seeschadenαρσενικό | Maskulinum, männlich m αβαρία ναυτικός όρος | Nautik, Schifffahrtναυτ αβαρία ναυτικός όρος | Nautik, Schifffahrtναυτ