ήχος
[ˈixos]αρσενικό | Maskulinum, männlich mOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Schallαρσενικό | Maskulinum, männlich mήχος φυσικό φαινόμενοήχος φυσικό φαινόμενο
- Klangαρσενικό | Maskulinum, männlich mήχος χαρακτηριστικό άκουσμαLautαρσενικό | Maskulinum, männlich mήχος χαρακτηριστικό άκουσμαήχος χαρακτηριστικό άκουσμα
examples
- ήχος κλήσης κινητού τηλεφώνουHandyklingeltonαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- ήχος οπλώνHufschlagαρσενικό | Maskulinum, männlich m