ήθος
[ˈiθos]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n <-ους>Overview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Charakterαρσενικό | Maskulinum, männlich mήθος χαρακτήραςήθος χαρακτήρας
- Anstandαρσενικό | Maskulinum, männlich mήθος αξιοπρέπειαAnständigkeitθηλυκό | Femininum, weiblich fήθος αξιοπρέπειαήθος αξιοπρέπεια
- Ethosουδέτερο | Neutrum, sächlich nήθος φιλοσήθος φιλοσ