„ήθη“: πληθυντικός ουδετέρου ήθη [ˈiθi]πληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl <-ών> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Sitten Sittenπληθυντικός θηλυκού | Femininum Plural fpl ήθη ήθη examples ήθη και έθιμαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl Sitten und Gebräucheπληθυντικός | Plural pl ήθη και έθιμαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl