„έπειτα“: επίρρημα έπειτα [ˈepita]επίρρημα | Adverb adv Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) dann, danach dann, danach έπειτα μετά έπειτα μετά examples έπειτα από nachδοτική | Dativ dat έπειτα από κι έπειτα; na und? κι έπειτα;