Greek-German translation for "έκταση"

"έκταση" German translation

έκταση
[ˈektasi]θηλυκό | Femininum, weiblich f

Overview of all translations

(For more details, click/tap on the translation)

  • Flächeθηλυκό | Femininum, weiblich f
    έκταση εμβαδόν
    έκταση εμβαδόν
  • Ausdehnungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    έκταση άπλωμα
    Weiteθηλυκό | Femininum, weiblich f
    έκταση άπλωμα
    έκταση άπλωμα
  • Gebietουδέτερο | Neutrum, sächlich n
    έκταση περιοχή
    έκταση περιοχή
  • Ausmaßαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    έκταση μέγεθος ζημιών μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
    έκταση μέγεθος ζημιών μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
  • Umfangαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    έκταση μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
    έκταση μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
αγροτική έκταση
Agrarlandουδέτερο | Neutrum, sächlich n
αγροτική έκταση
δενδρόφυτη έκτασηθηλυκό | Femininum, weiblich f
Baumbestandαρσενικό | Maskulinum, männlich m
δενδρόφυτη έκτασηθηλυκό | Femininum, weiblich f

Tell us what you think!

Do you like the Langenscheidt online dictionary?

Many thanks for your review!

Do you have any feedback regarding our online dictionaries?

Is a translation missing, have you noticed a mistake, or do you just want to leave some positive feedback? Please fill out the feedback form. Giving an email address is optional and, under our privacy policy, used only to handle your enquiry.

Please confirm you are human by ticking the checkbox.*

*Mandatory field

Please fill in the fields marked *.

Thank you for your feedback!

Visit us at: