άποικος
[ˈapikos]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Siedlerαρσενικό | Maskulinum, männlich mάποικοςSiedlerinθηλυκό | Femininum, weiblich fάποικοςάποικος