„φαγούρα“: θηλυκό φαγούρα [faˈɣura]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Juckreiz Juckreizαρσενικό | Maskulinum, männlich m φαγούρα φαγούρα examples έχω φαγούρα es juckt mich έχω φαγούρα