„υπάρχοντα“: πληθυντικός ουδετέρου υπάρχοντα [iˈparxonda]πληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Hab und Gut, Vermögen Hab und Gutουδέτερο | Neutrum, sächlich n υπάρχοντα Vermögenουδέτερο | Neutrum, sächlich n υπάρχοντα υπάρχοντα