„τέταρτο“: ουδέτερο τέταρτο [ˈtetarto]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Viertel, Viertel Viertelουδέτερο | Neutrum, sächlich n τέταρτο μαθηματικά | Mathematikμαθ τέταρτο μαθηματικά | Mathematikμαθ Viertel(stunde)Neutrum, Femininum in Klammern n(f) τέταρτο της ώρας τέταρτο της ώρας examples (είναι) έξι και τέταρτο (es ist) Viertel nach sechs (είναι) έξι και τέταρτο