ράχη
[ˈraçi]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Rückenαρσενικό | Maskulinum, männlich mράχη ανατομία | Anatomieανατράχη ανατομία | Anatomieανατ
- Rückenlehneθηλυκό | Femininum, weiblich fράχη καρέκλαςράχη καρέκλας
- Gebirgskammαρσενικό | Maskulinum, männlich mράχη βουνούράχη βουνού
examples
- ράχη μύτηςNasenrückenαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- ράχη του βιβλίουBuchrückenαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- ράχη του βουνούBergrückenαρσενικό | Maskulinum, männlich m