Greek-German translation for "πρωινό"
"πρωινό" German translation
πρωινό ποτόουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Frühschoppenαρσενικό | Maskulinum, männlich m
πρωινό ποτόουδέτερο | Neutrum, sächlich n
πρωινό διάλειμμαουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Frühstückspauseθηλυκό | Femininum, weiblich f
πρωινό διάλειμμαουδέτερο | Neutrum, sächlich n
πρωινό σάντουιτςουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Frühstücksbrotουδέτερο | Neutrum, sächlich n
πρωινό σάντουιτςουδέτερο | Neutrum, sächlich n