„παιδαγωγός“: αρσενικό και θηλυκό παιδαγωγός [peðaɣoˈɣos]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Erzieher, Pädagoge, Pädagogin Erzieherαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f παιδαγωγός παιδαγωγός Pädagogeαρσενικό | Maskulinum, männlich m παιδαγωγός επιστήμονας Pädagoginθηλυκό | Femininum, weiblich f παιδαγωγός επιστήμονας παιδαγωγός επιστήμονας