μηχάνημα
[miˈxanima]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- μηχάνημα
- Vorrichtungθηλυκό | Femininum, weiblich fμηχάνημα μηχανισμόςμηχάνημα μηχανισμός
examples
- μηχάνημα αιμοκάθαρσης ιατρική | MedizinιατρDialysegerätουδέτερο | Neutrum, sächlich n
- μηχάνημα ακύρωσης εισιτηρίωνFahrkartenentwerterαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- μηχάνημα ακύρωσηςEntwerterαρσενικό | Maskulinum, männlich m
hide examplesshow examples