„ημέρα“: θηλυκό ημέρα [iˈmera]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Tag Tagαρσενικό | Maskulinum, männlich m ημέρα ημέρα ημέρα → see „μέρα“ ημέρα → see „μέρα“ examples όλη την ημέρα den ganzen Tag όλη την ημέρα εργάσιμη (ημέρα) Werktagαρσενικό | Maskulinum, männlich m εργάσιμη (ημέρα) με την ημέρα tageweise με την ημέρα ημέρα αγώνα αθλητισμός | Sportαθλ Spieltagαρσενικό | Maskulinum, männlich m ημέρα αγώνα αθλητισμός | Sportαθλ ημέρα ανακοίνωσης βαθμών Zeugnisausgabeθηλυκό | Femininum, weiblich f ημέρα ανακοίνωσης βαθμών ημέρα αναχώρησης Abreisetagαρσενικό | Maskulinum, männlich m ημέρα αναχώρησης ημέρα διακοπών Ferientagαρσενικό | Maskulinum, männlich m Urlaubstagαρσενικό | Maskulinum, männlich m ημέρα διακοπών ημέρα επισκεπτηρίου Besuchstagαρσενικό | Maskulinum, männlich m ημέρα επισκεπτηρίου ημέρα επίσκεψης γονέων Elternsprechtagαρσενικό | Maskulinum, männlich m ημέρα επίσκεψης γονέων ημέρα θανάτου Todestagαρσενικό | Maskulinum, männlich m ημέρα θανάτου ημέρα καθαριότητας Putztagαρσενικό | Maskulinum, männlich m ημέρα καθαριότητας ημέρα νηστείας Fastentagαρσενικό | Maskulinum, männlich m ημέρα νηστείας ημέρα πληρωμής Zahltagαρσενικό | Maskulinum, männlich m ημέρα πληρωμής ημέρα της μητέρας Muttertagαρσενικό | Maskulinum, männlich m ημέρα της μητέρας Ημέραθηλυκό | Femininum, weiblich f του Αγίου Βαλεντίνου Valentinstagαρσενικό | Maskulinum, männlich m Ημέραθηλυκό | Femininum, weiblich f του Αγίου Βαλεντίνου ημέρα του πατέρα Vatertagαρσενικό | Maskulinum, männlich m ημέρα του πατέρα ημέρα των Χριστουγέννων Weihnachts(feier)tagαρσενικό | Maskulinum, männlich m ημέρα των Χριστουγέννων hide examplesshow examples