„Δευτέρα“: θηλυκό Δευτέρα [ðefˈtera]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Montag Montagαρσενικό | Maskulinum, männlich m Δευτέρα Δευτέρα examples τη Δευτέρα am Montag τη Δευτέρα κάθε Δευτέρα montags κάθε Δευτέρα Καθαρά Δευτέρα Aschermittwochαρσενικό | Maskulinum, männlich m Καθαρά Δευτέρα Δευτέρα της Πεντηκοστής Pfingstmontagαρσενικό | Maskulinum, männlich m Δευτέρα της Πεντηκοστής hide examplesshow examples