Greek-German translation for "βάρδια"
"βάρδια" German translation
εργαζόμενος σε βάρδια
Schichtarbeiterαρσενικό | Maskulinum, männlich m
εργαζόμενος σε βάρδια
νυχτερινή βάρδιαθηλυκό | Femininum, weiblich f
Nachtschichtθηλυκό | Femininum, weiblich f
νυχτερινή βάρδιαθηλυκό | Femininum, weiblich f
εργαζόμενηθηλυκό | Femininum, weiblich f σε βάρδια
Schichtarbeiterinθηλυκό | Femininum, weiblich f
εργαζόμενηθηλυκό | Femininum, weiblich f σε βάρδια