ακτίνα
[akˈtina]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Strahlαρσενικό | Maskulinum, männlich mακτίνα φυσακτίνα φυσ
- (Licht-)Strahlαρσενικό | Maskulinum, männlich mακτίνα φωτόςακτίνα φωτός
- Radiusαρσενικό | Maskulinum, männlich mακτίνα κύκλουHalbmesserαρσενικό | Maskulinum, männlich mακτίνα κύκλουακτίνα κύκλου
- Speicheθηλυκό | Femininum, weiblich fακτίνα ρόδαςακτίνα ρόδας
examples
- ακτίνα δράσηςAktionsradiusαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- ακτίνα φωτόςLichtblickαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- ακτίνες απληθυντικός θηλυκού | Femininum Plural fplAlphastrahlenπληθυντικός | Plural pl
hide examplesshow examples