Greek-German translation for "ακουστικό"

"ακουστικό" German translation

ακουστικό
[akustiˈko]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n

Overview of all translations

(For more details, click/tap on the translation)

  • Hörerαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    ακουστικό τηλεφωνία, τηλεπικοινωνία | Telefon, Telekommunikationτηλεφ
    ακουστικό τηλεφωνία, τηλεπικοινωνία | Telefon, Telekommunikationτηλεφ
  • Hörgerätουδέτερο | Neutrum, sächlich n
    ακουστικό για κωφούς
    ακουστικό για κωφούς
examples
  • ακουστικό βαρηκοΐας
    Hörhilfeθηλυκό | Femininum, weiblich f
    ακουστικό βαρηκοΐας
  • ακουστικό τύπου ψείρα
    Ohrhörerαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    ακουστικό τύπου ψείρα
ακουστικό νεύροουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Hörnervαρσενικό | Maskulinum, männlich m
ακουστικό νεύροουδέτερο | Neutrum, sächlich n

Tell us what you think!

Do you like the Langenscheidt online dictionary?

Many thanks for your review!

Do you have any feedback regarding our online dictionaries?

Is a translation missing, have you noticed a mistake, or do you just want to leave some positive feedback? Please fill out the feedback form. Giving an email address is optional and, under our privacy policy, used only to handle your enquiry.

Please confirm you are human by ticking the checkbox.*

*Mandatory field

Please fill in the fields marked *.

Thank you for your feedback!

Visit us at: