„έως“: σύνδεσμος έως [ˈeos]σύνδεσμος | Konjunktion, Bindewort konj Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) bis bis (+αιτιατική | +Akkusativ+akk zu) έως τοπικό, χρονικό έως τοπικό, χρονικό examples έως τώρα bis jetzt έως τώρα έως το σταθμό bis zum Bahnhof έως το σταθμό έως ότου (να) … bis dass … έως ότου (να) … έως τώρα bis jetzt, bisher έως τώρα hide examplesshow examples