„Zuchtperle“: Femininum, weiblich ZuchtperleFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) καλλιεργημένο μαργαριτάρι καλλιεργημένο μαργαριτάριNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Zuchtperle Zuchtperle