Zeitzeuge
Maskulinum, männlich | αρσενικό m, ZeitzeuginFemininum, weiblich | θηλυκό fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- μάρτυραςMaskulinum und Femininum | αρσενικό και θηλυκό m/f της εποχήςZeitzeugeZeitzeuge