„Wandschrank“: Maskulinum, männlich WandschrankMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) εντοιχισμένη ντουλάπα εντοιχισμένη ντουλάπαFemininum, weiblich | θηλυκό f Wandschrank Wandschrank