„Vitaminbedarf“: Maskulinum, männlich VitaminbedarfMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) αναγκαία πρόσληψη βιταμινών αναγκαία πρόσληψηFemininum, weiblich | θηλυκό f βιταμινών Vitaminbedarf Vitaminbedarf