„verwählen“: reflexives Verb verwählenreflexives Verb | αυτοπαθές ρήμα v/r Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) παίρνω λάθος νούμερο/αριθμό examples sich verwählen Telefon, Telekommunikation | τηλεφωνία, τηλεπικοινωνίαTEL παίρνω λάθος νούμερο/αριθμό sich verwählen Telefon, Telekommunikation | τηλεφωνία, τηλεπικοινωνίαTEL