Vampir
Maskulinum, männlich | αρσενικό m <-s; -e>Overview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- βρικόλακαςMaskulinum, männlich | αρσενικό mVampirVampir
- βάμπιροςMaskulinum, männlich | αρσενικό mVampir Zoologie | ζωολογίαZOOLVampir Zoologie | ζωολογίαZOOL