„Turnzeug“: Neutrum, sächlich TurnzeugNeutrum, sächlich | ουδέτερο n umgangssprachlich | οικείοumg Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) αθλητικά είδη αθλητικά είδηNeutrum Plural | πληθυντικός ουδετέρου npl Turnzeug Turnzeug