„teamfähig“: Adjektiv teamfähigAdjektiv | επίθετο, ως επίθετο adj Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) διαπνέεται από ομαδικό πνεύμα examples teamfähig sein διαπνέεται από ομαδικό πνεύμα teamfähig sein