Systemsteuerung
Femininum, weiblich | θηλυκό fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- πίνακαςMaskulinum, männlich | αρσενικό m ελέγχουSystemsteuerung Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUTSystemsteuerung Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT