„Studienreise“: Femininum, weiblich StudienreiseFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) επιμορφωτικό ταξίδι επιμορφωτικό ταξίδιNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Studienreise Studienreise