„Strickkleid“: Neutrum, sächlich StrickkleidNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) πλεκτό φόρεμα πλεκτό φόρεμαNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Strickkleid Strickkleid